όταν πήγαινα δημοτικό, στα διαλείμματα συνήθως παίζαμε. κηνυγητό, ή μήλα, ή γερμανικό (θεε μου! πότε πήγα δημοτικό; το '60;!) ή ρουκ-ζουκ ή ένα άλλο παιχνίδι που είναι σαν κουτσό αλλά δεν είναι κουτσό. δύο ατομα καθονται απέναντι ωστε να κρατανε τεντωμενο με τα ποδια τους ενα λαστιχο. όλοι οι υπόλοιποι πηδάνε πάνω από το λάστιχο, πατώντας μία δεξιά και μία αριστερά. τις τελευταίες μέρες είναι σαν να παίζω συνέχεια αυτό το παιχνίδι. σκεφτόμουν ότι εξίσου καλή παρομοίωση είναι το να ανεβαίνεις το πήλιο με ανοιχτό ραδιόφωνο και ο σταθμός να αλλάζει σε κάθε στροφή. αλλά το σαν-κουτσό ταιριάζει πιο πολύ.
από την κυριακή και μετά, η διάθεσή μου αλλάζει με το παραμικρό, χωρίς να διανύω ενδιάμεσα στάδια. ή έχω νεύρα, ή είμαι μες τη τρελή χαρά. μία δεξιά-μία αριστερά. όταν παρατηρώ από λίγο πιο μακριά αυτές τις αλλαγές, μου φαίνεται αδιανόητο πόσο μπορεί να θυμώσω επειδή σκέφτηκα κάτι (που μπορεί να μην έχει την παραμικρή λογική, αλλά εμένα δε με νοιάζει γιατί το σκέφτηκα). Μετά από λίγο, δυσκολεύομαι να αναγνωρίσω το ίδιο άτομο σε κάποια που λέει χαζά αστεία, γελάει και κατεβαίνει σκαλοπάτια τραγουδώντας. Μία δεξιά-μία αριστερά. και στο τέλος είμαι πολύ κουρασμένη.
το προτζεκτ της λισαβόνας προχωράει με εντυπωσιακούς ρυθμούς. και το άλλο, της γκρενομπλ επίσης, την οποία παρεπιπτόντως θα επισκεφτούμε την παρασκευή τελικά. δουλεύω με τρόπο που δε μπορούσα να φανταστώ, ό.τι και να κάνω είναι διαφορετικό και με αυτό το τρόπο νομίζω ότι αλλάζω και εγώ από λίγο κάθε μέρα. πλάκα έχει.
Λέξη της ημέρας: suspendue
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου